Ανοσολογία της Μεταμόσχευσης
 

HLA ΚΑΙ ΑΒΟ ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ ΔΟΤΗ-ΛΗΠΤΗ ΣΤΙΣ ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ ΟΡΓΑΝΩΝ

Εισαγωγή

Η μεταμόσχευση οργάνων, ξεκινώντας αρχικά σαν πειραματική διαδικασία ανάγκης, έχει μετατραπεί τελικά σε έναν τεχνολογικά εξελιγμένο τρόπο θεραπείας. Ιδιαίτερα, η ανοσολογία της μεταμόσχευσης αποτελεί ένα νέο και ελκυστικό τομέα της Ιατρικής με τεράστιο ερευνητικό ενδιαφέρον, που απορρέει από την προσπάθεια κατανόησης και ερμηνείας των μηχανισμών εκείνων της ανοσιακής απάντησης του ξενιστή, που τελικά οδηγούν στην καταστροφή του αλλομοσχεύματος.

Η βάση για την έναρξη της ειδικής ανοσιακής απάντησης, μετά την είσοδο ενός αλλοαντιγόνου, είναι η αναγνώριση από το ανοσιακό σύστημα των δικών του από τα ξένα στοιχεία. Στις μεταμοσχεύσεις οργάνων ή ιστών, ο βασικός αυτός βιολογικός ρόλος του ανοσιακού συστήματος διεγείρει τους μηχανισμούς απόρριψης, με αποτέλεσμα την απώλεια των μοσχευμάτων. Τελευταία, με την κατανόηση των μηχανισμών που εμπλέκονται στη διαδικασία της απόρριψης του ξένου καθώς και με την ανακάλυψη αποτελεσματικών ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, η μεταμόσχευση οργάνων και ιστών για θεραπευτικούς σκοπούς αποτελεί σήμερα καθημερινή κλινική πρακτική. Για παράδειγμα, σήμερα μεταμοσχεύονται περισσότεροι από 10.000 νεφροί το χρόνο διεθνώς και με μεγάλο ποσοστό επιτυχίας. Επίσης, οι μεταμοσχεύσεις καρδιάς, πνευμόνων, κερατοειδούς, ήπατος και μυελού των οστών αποτελούν συνηθισμένο κλινικό γεγονός. Η βελτίωση των χορηγούμενων ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων έχει επηρεάσει ελάχιστα τη μακρόχρονη επιβίωση των μοσχευμάτων. Βασικός παράγοντας για τη μακροχρόνια λειτουργία του μοσχεύματος είναι ο βαθμός ιστοσυμβατότητας δότη - λήπτη ως προς τα δύο μείζονα συστήματα ιστοσυμβατότητας που είναι:

α) το σύστημα των ερυθροκυτταρικών αντιγόνων και
β) το σύστημα Ιστοσυμβατότητας ή ΗLΑ

 

Η επαγωγή της ανοσολογικής ανοχής (tolerance), δηλαδή της ειδικής για το αντιγόνο μη απαντητικότητας, αποτελεί νέο πεδίο εντατικής έρευνας. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η επαγωγή της ανοσολογικής ανοχής (tolerance) στο λήπτη θα επιτρέπει τη μακροχρόνια επιβίωση του μοσχεύματος χωρίς την απαραίτητη ΗLΑ συμβατότητα, δίχως τη συνεχή χορήγηση ανοσοκαταστολής και με μειωμένη πιθανότητα ανάπτυξης λοιμώξεων.

Οι πρώτοι ερευνητές που παρατήρησαν τη βελτίωση της επιβίωσης του μοσχεύματος μετά από μεταγγίσεις αίματος ήταν οι Opelz και Τerasaki. Αυτή η παρατήρηση βοήθησε στο σχεδιασμό πρωτοκόλλων με βάση το αίμα ή τα παράγωγα του αρχικά σε ζώα και αργότερα στον άνθρωπο. Πρόσφατες μελέτες αναφέρουν ότι η προετοιμασία με διαλυτά ή συνδεόμενα με το κυτταρικό τοίχωμα τάξης Ι αντιγόνα του Μείζονος Συμπλέγματος Ιστοσυμβατότητας (Major Histocompatibility Complex , ΜΗC) του δότη, επάγουν την ειδική μη απαντητικότητα μετά τη μεταμόσχευση. Ορισμένοι ερευνητές αμφισβητούν την ανάπτυξη της ανοσολογικής ανοχής (tolerance) ίη νίνο για τα τάξης II ΗLΑ αντιγόνα. Παράλληλα, η χρήση συνθετικών πεπτιδίων με αλληλουχίες παρόμοιες με εκείνες των τάξης II ΗLΑ αντιγόνων, για τον καθορισμό των ανοσογονικών ή όχι επιτόπων, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος. Στο μέλλον, ο επιτοπικός χάρτης των ΗLΑ αντιγόνων θα είναι χρήσιμος για την επαγωγή της ανεργίας ή της ανοσολογικής ανοχής (tolerance) των Τ κυττάρων, υπερνικώντας πιθανώς τα πολλαπλά προβλήματα από την ΗLΑ ασυμβατότητα.

 

ΑΒΟ συμβατότητα

Η συμβατότητα στα αντιγόνα των ομάδων αίματος θεωρείται βασικός συντελεστής της επιτυχημένης μεταμόσχευσης οργάνων, καθόσον η ασυμβατότητα δότη-λήπτη ως προς αυτά τα αντιγόνα καταλήγει σε αγγειακή απόρριψη σε διάστημα ωρών ή ημερών. Αυτή η οξεία απόρριψη οφείλεται σε προϋπάρχοντα φυσικά αντισώματα των Α ή Β αντιγόνων των ερυθρών αιμοσφαιρίων, τα οποία είναι παρόντα στο ενδοθήλιο π.χ. του νεφρού. Όμως, τελευταία δεδομένα αναφέρουν επιτυχημένη μεταμόσχευση οργάνων με ασυμβατότητα ομάδος αίματος. Το ένα τρίτο περίπου των μεταμοσχευμένων οργάνων με ΑΒΟ ασυμβατότητα δεν απορρίπτεται από μηχανισμούς εξαρτώμενους από το αντίσωμα, η δε επιβίωση του μοσχεύματος είναι ίδια με αυτή των ΑΒΟ συμβατών μοσχευμάτων, ακόμη και όταν δεν έχει γίνει καμιά ειδική φαρμακευτική αντιαπορριπτική αγωγή. Η επιβίωση του μοσχεύματος παρουσία αντισωμάτων έναντι αντιγονικών καθαριστών του αγγειακού ενδοθηλίου του μοσχεύματος, με φυσιολογικά επίπεδα συμπληρώματος, είναι γνωστή ως διευκόλυνση (accommodation).

Τα ΑΒΟ αντιγόνα είναι ολιγοσακχαρίτες παρόντα στην επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων, του ενδοθηλίου των αγγείων και σε άλλους ιστούς του ανθρωπίνου σώματος. Η έκφραση τους ποικίλλει στους διάφορους ιστούς. ¶τομα με ομάδα αίματος Α, ταξινομούνται σε δύο ομάδες. Στην ομάδα (Α1) υψηλής πυκνότητας (high-density) και στην ομάδα (Α2) χαμηλής πυκνότητας (low density) έκφρασης του αντιγόνου, η οποία οφείλεται στο ένζυμο γλυκοσυλ - τρανφεράση, απαραίτητο για την προσθήκη του σακχάρου στον Η επίτοπο. Το ποσοστό των ατόμων τύπου Α2 της ομάδας αίματος Α κυμαίνεται από 8-25%. Επειδή υπάρχουν αυτές οι διαφορές στην έκφραση των αντιγόνων των ομάδων αίματος, ο μεγαλύτερος αριθμός αντί - Α αντισωμάτων (ισοσυγκολλητινών) συνδέονται κυρίως με το Α1 αντιγόνο. Επομένως, μεταμοσχεύσεις οργάνων με Α2 ασυμβατότητα έχουν μικρότερη πιθανότητα να συσχετίζονται με αντισωματικού τύπου απόρριψη και συνήθως παρουσιάζουν μακροχρόνια επιβίωση του μοσχεύματος. Τα αποτελέσματα μελέτης μεγάλου αριθμού μεταμοσχεύσεων από τον G. Οpelz το 2001 αποδεικνύουν ότι στο 50-60% των πτωματικών μεταμοσχεύσεων νεφρού, ήπατος ή καρδιάς με ΑΒΟ ασυμβατότητα, η επιβίωση του μοσχεύματος για ένα χρόνο δεν διαφέρει εκείνης με ΑΒΟ συμβατότητα.